Σε απόγνωση η ΠΓΔΜ;
Το Μακεδονικό ζήτημα συνεχίζει να μας ταλαιπωρεί αλλά μια προσεκτική ανάλυση της παρούσας φάσης του θα μπορούσε να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι βαίνει οριστικά προς λύση.
Οι πρόσφατες, πολυσυζητημένες δηλώσεις του προέδρου της ΠΓΔΜ περί ένταξης της χώρας του στο ΝΑΤΟ με την προσωρινή ονομασία Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, πέρα από τακτικός ελιγμός, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κίνηση πανικού. Από το 2004-2005, η ελληνική κυβέρνηση έχει τονίσει ξεκάθαρα προς κάθε φύσης εταίρους και μη, ότι η ένταξη της γειτονικής χώρας στους κόλπους του ΝΑΤΟ και της ΕΕ πρέπει να επικυρωθεί από την Βουλή των Ελλήνων και ως εκ τούτου δεν θα πρέπει η ψήφος του Κοινοβουλίου να θεωρηθεί δεδομένη εάν δεν προκύψει ένας έντιμος συμβιβασμός στο θέμα του ονόματος.
Η αποδοχή της πρότασης Νίμιτς του Απριλίου 2005 με την ονομασία Republika Μakedonija-Skopje αμετάφραστη (Ρεπούμπλικα Μακεντόνιγια-Σκόπιε σε ελληνική απόδοση) συνιστά, ως βάση για διαπραγμάτευση, μια ξεκάθαρη μετακίνηση προς μια συμβιβαστική λύση από την ελληνική πλευρά. Μερικούς μήνες αργότερα, ο Έλληνας Πρωθυπουργός σε ταξίδι του στο εξωτερικό δήλωσε ότι το όνομα Ρεπούμπλικα Μακεντόνιγια-Σκόπιε αποτελεί βάση για επίλυση του εν λόγω θέματος.
Στην πραγματικότητα, η αποδοχή της ονομασίας αυτής από την χώρα μας αποτελεί επιστροφή στην πάγια θέση των ελληνικών κυβερνήσεων μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ‘90 στην αναγνώριση γειτονικού κράτους (έστω και της μορφής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας εντός της Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας) με μια ονομασία που περιέχει υπό κάποια μορφή τον όρο «Μακεδονία». Το κράτος αυτό που κατοικείται από σλαβομακεδόνες οι οποίοι ομιλούν την σλαβομακεδονική, τοποθετείται στον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας, ο οποίος περιέχει την ελληνική Μακεδονία, την Μακεδονία του Βαρδάρη (Γιουγκοσλαβική Μακεδονία) και την Μακεδονία του Πιρίν (επαρχία Μπλαγκόεβγκραντ της Βουλγαρίας).
Οι εθνικιστικές κορόνες των αρχών της δεκαετίας του ‘90 δυστυχώς ανέτρεψαν πάγιες πολιτικές δεκαετιών, οδηγώντας πολιτικές ηγεσίες όλων των αποχρώσεων στην υιοθέτηση ιστορικά αβάσιμων θέσεων περί μη ύπαρξης σλαβομακεδονικού κράτους (όπως το ότι η Μακεδονία είναι μόνο ελληνική). Προσέφεραν με αυτόν τον τρόπο το ηθικό πλεονέκτημα στην ΠΓΔΜ για διεθνή στήριξη των απόψεών της στην προσπάθεια καθιέρωσης της εθνογένεσης της χωράς, οδηγώντας σε βάθος εικοσαετίας, τουλάχιστον στο επίπεδο της παγκόσμιας κοινής γνώμης, στο συμπέρασμα ότι η Μακεδονία είναι μόνο των σκοπιανών.
Η αποδοχή της πρότασης Νίμιτς τον Απρίλιο του 2005 επανάφερε, τουλάχιστον στο διπλωματικό πεδίο, μια ισορροπία δίνοντας στην Ελλάδα την δυνατότητα να αναγκάσει την άλλη πλευρά να κάνει και αυτή ένα βήμα προσέγγισης προς οριστική λύση. (Είναι δεδομένο ότι μια εξισορρόπηση της παγκόσμιας κοινής γνώμης μπορεί να λάβει χώρα μόνο σε βάθος χρόνου).
Έκτοτε η ηγεσία της ΠΓΔΜ έχει κάνει μια σειρά από τακτικά λάθη πιστεύοντας ότι η στήριξη των ΗΠΑ για ένταξη στο ΝΑΤΟ από μόνη της θα την απελευθέρωνε από το βάρος ενός συμβιβασμού. Όσο πλησιάζει η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ του 2008 και η πιθανή είσοδος της Αλβανίας, της Κροατίας και της ΠΓΔΜ στους κόλπους του, η σταθερή ελληνική θέση περί έντιμου συμβιβασμού φέρνει την ΠΓΔΜ σε απόγνωση. Η ΠΓΔΜ δεν ωφελείται επίσης από την γενικότερη σταθεροποίηση και ομαλοποίηση της κατάστασης στα Bαλκάνια, γεγονός που καθιστά ανούσιο ή τουλάχιστον λιγότερο πειστικό οποιοδήποτε επιχείρημα υπέρ της ένταξής της στο ΝΑΤΟ για λόγους ασφαλείας.
Η προτεινόμενη ονομασία Republika Μakedonija-Skopje περιέχει το συνταγματικό όνομα της ΠΓΔΜ που, όπως η ίδια δηλώνει, δεν το διαπραγματεύεται. Η πρόταση Νίμιτς ουσιαστικά υπενθυμίζει στην γειτονική χωρά και στη διεθνή κοινότητα ότι το συνταγματικό της όνομα είναι Republika Μakedonija (Ρεπούμπλικα Μακεντόνιγια) και όχι Δημοκρατία της Μακεδονίας, Republic of Macedonia, République de Macédoine ή Republik Mazedonien όπως η ίδια ισχυρίζεται και θα ήθελε να πιστέψουμε. Ως εκ τούτου, η αποδοχή της πρότασης αυτής ως βάση για διαπραγμάτευση ή λύση από την ελληνική πλευρά, μειώνει αισθητά την δυνατότητα ελιγμού της άλλης πλευράς και την φέρνει αντιμέτωπη με τις αντιφάσεις της θέσης της και σε κατάσταση πανικού.
Οι πρόσφατες, πολυσυζητημένες δηλώσεις του προέδρου της ΠΓΔΜ περί ένταξης της χώρας του στο ΝΑΤΟ με την προσωρινή ονομασία Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, πέρα από τακτικός ελιγμός, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κίνηση πανικού. Από το 2004-2005, η ελληνική κυβέρνηση έχει τονίσει ξεκάθαρα προς κάθε φύσης εταίρους και μη, ότι η ένταξη της γειτονικής χώρας στους κόλπους του ΝΑΤΟ και της ΕΕ πρέπει να επικυρωθεί από την Βουλή των Ελλήνων και ως εκ τούτου δεν θα πρέπει η ψήφος του Κοινοβουλίου να θεωρηθεί δεδομένη εάν δεν προκύψει ένας έντιμος συμβιβασμός στο θέμα του ονόματος.
Η αποδοχή της πρότασης Νίμιτς του Απριλίου 2005 με την ονομασία Republika Μakedonija-Skopje αμετάφραστη (Ρεπούμπλικα Μακεντόνιγια-Σκόπιε σε ελληνική απόδοση) συνιστά, ως βάση για διαπραγμάτευση, μια ξεκάθαρη μετακίνηση προς μια συμβιβαστική λύση από την ελληνική πλευρά. Μερικούς μήνες αργότερα, ο Έλληνας Πρωθυπουργός σε ταξίδι του στο εξωτερικό δήλωσε ότι το όνομα Ρεπούμπλικα Μακεντόνιγια-Σκόπιε αποτελεί βάση για επίλυση του εν λόγω θέματος.
Στην πραγματικότητα, η αποδοχή της ονομασίας αυτής από την χώρα μας αποτελεί επιστροφή στην πάγια θέση των ελληνικών κυβερνήσεων μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ‘90 στην αναγνώριση γειτονικού κράτους (έστω και της μορφής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας εντός της Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας) με μια ονομασία που περιέχει υπό κάποια μορφή τον όρο «Μακεδονία». Το κράτος αυτό που κατοικείται από σλαβομακεδόνες οι οποίοι ομιλούν την σλαβομακεδονική, τοποθετείται στον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας, ο οποίος περιέχει την ελληνική Μακεδονία, την Μακεδονία του Βαρδάρη (Γιουγκοσλαβική Μακεδονία) και την Μακεδονία του Πιρίν (επαρχία Μπλαγκόεβγκραντ της Βουλγαρίας).
Οι εθνικιστικές κορόνες των αρχών της δεκαετίας του ‘90 δυστυχώς ανέτρεψαν πάγιες πολιτικές δεκαετιών, οδηγώντας πολιτικές ηγεσίες όλων των αποχρώσεων στην υιοθέτηση ιστορικά αβάσιμων θέσεων περί μη ύπαρξης σλαβομακεδονικού κράτους (όπως το ότι η Μακεδονία είναι μόνο ελληνική). Προσέφεραν με αυτόν τον τρόπο το ηθικό πλεονέκτημα στην ΠΓΔΜ για διεθνή στήριξη των απόψεών της στην προσπάθεια καθιέρωσης της εθνογένεσης της χωράς, οδηγώντας σε βάθος εικοσαετίας, τουλάχιστον στο επίπεδο της παγκόσμιας κοινής γνώμης, στο συμπέρασμα ότι η Μακεδονία είναι μόνο των σκοπιανών.
Η αποδοχή της πρότασης Νίμιτς τον Απρίλιο του 2005 επανάφερε, τουλάχιστον στο διπλωματικό πεδίο, μια ισορροπία δίνοντας στην Ελλάδα την δυνατότητα να αναγκάσει την άλλη πλευρά να κάνει και αυτή ένα βήμα προσέγγισης προς οριστική λύση. (Είναι δεδομένο ότι μια εξισορρόπηση της παγκόσμιας κοινής γνώμης μπορεί να λάβει χώρα μόνο σε βάθος χρόνου).
Έκτοτε η ηγεσία της ΠΓΔΜ έχει κάνει μια σειρά από τακτικά λάθη πιστεύοντας ότι η στήριξη των ΗΠΑ για ένταξη στο ΝΑΤΟ από μόνη της θα την απελευθέρωνε από το βάρος ενός συμβιβασμού. Όσο πλησιάζει η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ του 2008 και η πιθανή είσοδος της Αλβανίας, της Κροατίας και της ΠΓΔΜ στους κόλπους του, η σταθερή ελληνική θέση περί έντιμου συμβιβασμού φέρνει την ΠΓΔΜ σε απόγνωση. Η ΠΓΔΜ δεν ωφελείται επίσης από την γενικότερη σταθεροποίηση και ομαλοποίηση της κατάστασης στα Bαλκάνια, γεγονός που καθιστά ανούσιο ή τουλάχιστον λιγότερο πειστικό οποιοδήποτε επιχείρημα υπέρ της ένταξής της στο ΝΑΤΟ για λόγους ασφαλείας.
Η προτεινόμενη ονομασία Republika Μakedonija-Skopje περιέχει το συνταγματικό όνομα της ΠΓΔΜ που, όπως η ίδια δηλώνει, δεν το διαπραγματεύεται. Η πρόταση Νίμιτς ουσιαστικά υπενθυμίζει στην γειτονική χωρά και στη διεθνή κοινότητα ότι το συνταγματικό της όνομα είναι Republika Μakedonija (Ρεπούμπλικα Μακεντόνιγια) και όχι Δημοκρατία της Μακεδονίας, Republic of Macedonia, République de Macédoine ή Republik Mazedonien όπως η ίδια ισχυρίζεται και θα ήθελε να πιστέψουμε. Ως εκ τούτου, η αποδοχή της πρότασης αυτής ως βάση για διαπραγμάτευση ή λύση από την ελληνική πλευρά, μειώνει αισθητά την δυνατότητα ελιγμού της άλλης πλευράς και την φέρνει αντιμέτωπη με τις αντιφάσεις της θέσης της και σε κατάσταση πανικού.
Το ζήτημα της οριστικής διευθέτησης του ονόματος της ΠΓΔΜ είναι μια υπόθεση έντιμου συμβιβασμού. Η ελληνική πλευρά το έχει καταλάβει και πράττει αναλόγως. Η γειτονική χώρα συνεχίζει να ακολουθεί μια πολιτική του “winner takes all” όπου θα υπάρχουν νικητές και ηττημένοι. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα μπορεί να ζήσει με μια ΠΓΔΜ εκτός Ατλαντικής Συμμαχίας, όμως η ΠΓΔΜ δεν μπορεί. Η Ελλάδα μπορεί να επιβιώσει με μια ΠΓΔΜ εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, όμως η ΠΓΔΜ δεν μπορεί διότι η όλη προσέγγιση της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας της είναι ότι το θέμα του ονόματος μπορεί να το κερδίσει χωρίς να το διαπραγματευτεί και ότι η είσοδος της χώρας στους ευρωατλαντικούς θεσμούς είναι δεδομένη. Η ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ προϋποθέτει την εκπλήρωση μιας σειράς ουσιαστικών κριτηρίων, όπως η τήρηση σχέσεων καλής γειτονίας. Σήμερα, λοιπόν, λόγω της άρνησής της να διαπραγματευτεί στο θέμα του ονόματος και να εκπληρώσει τα ουσιαστικά κριτήρια ένταξης οποιασδήποτε χώρας στην Ατλαντική Συμμαχία, η ΠΓΔΜ οδηγείται στην απομόνωση με το ενδεχόμενο ένταξης στο ΝΑΤΟ να απομακρύνεται.
Comments